Είκοσι (20) χρόνια το ΠΑΚΟΕ διαμαρτύρεται έντονα για το καθεστώς που επικρατεί

Από το 2000 το ΠΑΚΟΕ δίνει τον δικό του αγώνα στη μάχη για τα τοξικά απόβλητα στην αδιάλειπτη προσπάθειά του να υπηρετήσει το κοινωνικό συμφέρον. Εδώ και 21 χρόνια δεν έχει σταματήσει να υποβάλει τα ακόλουθα ερωτήματα: Πού πάνε τα τοξικά απόβλητα των βιομηχανιών και των νοσοκομείων; Ποιοι έλεγχοι γίνονται από τα συναρμόδια υπουργεία;

Από το 2000 το ΠΑΚΟΕ έγραφε πως υπάρχουν μεγάλες βιομηχανίες που μπορεί να συνδέουν παράνομα τον αγωγό των αποβλήτων τους με τους αγωγούς αποχέτευσης και να στέλνουν αυτές τις τοξικές βόμβες στη θάλασσα και τα ποτάμια. Όπως επίσης από τότε έγραφε πως υπάρχουν κι επιχειρηματίες που θάβουν σε μια νύχτα εκατοντάδες βαρέλια με αυτά τα επικίνδυνα απόβλητα.

Από το 2000 το ΠΑΚΟΕ σημείωνε πως κινδυνεύουμε τόσο πολύ και από παντού που αν τελικά δεν ασκήσουμε πιέσεις προς κάθε κατεύθυνση, αν δεν καταγγείλουμε, αν δεν πάρουμε το θέμα στα χέρια μας, πολύ φοβόμαστε ότι το κακό θα έρθει και θα ξυπνήσει ον εφησυχασμό μας.

Από το 2000 το ΠΑΚΟΕ ξεκίνησε την έρευνα ζητώντας τότε  επεξηγήσεις από την Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, η οποία ήταν ο υπεύθυνος φορέας για τη θωράκιση της χώρας μας από οποιαδήποτε ακτινοβολία. Είχαμε απευθυνθεί στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας, αλλά δήλωσε αναρμόδιο και μας είχε στείλει στη Διεύθυνση Υγιεινής Περιβάλλοντος, όπου παρά τις κοπιώδεις προσπάθειές μας, δε μπορέσαμε να μιλήσουμε με κάποιον αρμόδιο.

Από το 2000 το ΠΑΚΟΕ αναζητούσε τις απαντήσεις στα ερωτήματα που έθετε: Ρωτούσαμε τότε ποιος θα μας πει τελικά τι ισχύει για αυτό το μείζονος σημασίας θέμα: Απαιτούσαμε να δοθούν πειστικές απαντήσεις από τους αρμοδίους αφού γνώριζαν ότι ακόμα και αν η ατομική ενέργεια χρησιμοποιείται για ειρηνικούς σκοπούς, δεν παύουν οι ιονίζουσες ακτινοβολίες στο γειτονικό και το ευρύτερο περιβάλλον από το χειρισμό των ατομικών υλικών, τις διαφυγές και τη διάθεση των εξαντλημένων, αλλά με αρκετή ραδιενέργεια, καταλοίπων καθώς και των στερεών και υγρών αποβλήτων, να αυξάνουν τους κινδύνους.

Στην περίπτωση των επικίνδυνων αποβλήτων, υπόθεση για την οποία επιβάλλονταν συνέχεια πρόστιμα στη χώρα μας, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Όχι μόνο δεν υπάρχουν επαρκείς υποδομές, αλλά η Πολιτεία δεν γνωρίζει επακριβώς πόσα παράγονται, πού καταλήγουν και πόσα παραμένουν θαμμένα, εν είδει «προσωρινής αποθήκευσης». Το χειρότερο όμως είναι το σύνολο των κινδύνων που εγκυμονούν για την ανθρώπινη υγεία, σοκ προκαλεί πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης σύμφωνα με την οποία, κάτοικοι περιοχών κοντά σε χώρους διάθεσης τοξικών αποβλήτων παρουσιάζουν μέχρι και έξι φορές περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης διαφόρων ειδών καρκίνου.

Κυβέρνηση και περιφέρεια

Μόλις τον Αύγουστο του 2020 εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο και μετά την εισήγηση του τότε υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστή Χατζηδάκη- το νέο 10ετές Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ). Σε αυτό ελήφθησαν υπόψη τα σχόλια της διαβούλευσης που υπέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι φορείς και οι πολίτες. Οι βασικοί στόχοι του νέου ΕΣΔΑ είναι

Μερικοί από τους στόχους για το νέο ΕΣΔΑ 2020-2030 είναι οι εξής:

– Ταφή των απορριμμάτων στο 10% το 2030, πέντε χρόνια νωρίτερα από την κοινοτική υποχρέωση (2035)

– Παύση της ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων και αποκατάσταση των παράνομων χωματερών μέχρι το 2022

– Αύξηση της ανακύκλωσης στο 55% το 2025 και στο 60% το 2030 (συμπεριλαμβανομένων και των βιοαποβλήτων)

-Χωριστή συλλογή οργανικών αποβλήτων (καφέ κάδος) και ανάπτυξη σχετικών υποδομών σε όλη την επικράτεια για τη μέχρι το 2022

– Πλήρης κάλυψη της χώρας μέχρι το 2030 με 43 Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) και 43 – 46 Μονάδες Επεξεργασίας Βιοαποβλήτων (ΜΕΒΑ).

– Λειτουργία τεσσάρων (4) μονάδων παραγωγής ενέργειας με ενεργειακή αξιοποίηση των υπολειμμάτων των ΜΕΑ, όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη.

 «Με οδηγό τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές, προσπαθούμε να καλύψουμε το χαμένο έδαφος. Προτάσσοντας την ανακύκλωση, στοχεύουμε να αναστρέψουμε τη θλιβερή εικόνα με τις παράνομες χωματερές και το θάψιμο των σκουπιδιών! Καθώς είναι γεγονός ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την τέταρτη χειρότερη επίδοση στη διαχείριση απορριμμάτων σε όλη την Ευρώπη, με το νέο ΕΣΔΑ επιχειρούμε με πράξεις, αυτή η θέση να γίνει οριστικά παρελθόν. Για παράδειγμα, μέχρι τα τέλη του 2020 δημοπρατήθηκαν 17 σύγχρονες Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων, από τις έξι που λειτουργούσαν μέχρι πρότινος. Με τον νέο Οδικό Χάρτη δείχνουμε τον δρόμο στην Αυτοδιοίκηση, στη Βιομηχανία, στους φορείς και σε όλους τους εμπλεκόμενους πώς μπορεί να εκσυγχρονισθεί η διαχείριση απορριμμάτων. Ταυτόχρονα, κάνουμε συμμέτοχο τον πολίτη σε αυτή τη νέα εθνική προσπάθεια. Η μεγάλη καθυστέρηση της Ελλάδας καθιστά το έργο της διαχείρισης των απορριμμάτων ένα Ηράκλειο έργο. Ίσως, είναι το πιο δύσκολο ζήτημα στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Είμαστε όμως αποφασισμένοι να επιτύχουμε. Είναι θέμα εθνικού φιλότιμου» τόνισε ο νυν υπουργός Περιβάλλοντος κι Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας.

Αναπτύσσοντας το σχεδιασμό της Περιφέρειας για την αντιμετώπιση των αποβλήτων, ο κ. Πατούλης αναφέρθηκε στην ανάληψη δράσεων ανακύκλωσης και τη δημιουργία δικτύου συλλογής βιοαποβλήτων. Πρόσθεσε, επίσης, ότι πρόκειται να εξασφαλιστούν ακόμη 100 απορριμματοφόρα συλλογής βιοαποβλήτων, καθώς και 40.000 καφέ κάδοι ενώ για το ζήτημα των υγρών αποβλήτων είπε ότι είναι αναγκαία η επιτάχυνση των διαδικασιών για την επεξεργασία τους. Επισήμανε ακόμα πως προβλέπεται εφαρμογή συστήματος διαλογής στην πηγή και δημιουργία ρεύματος συλλογής βιοαποβλήτων, επικαιροποίηση των Τοπικών Σχεδίων Διαχείρισης Απορριμμάτων, κατασκευή νέων Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων και δημιουργία 1.000 γωνιών ανακύκλωσης σε όλους τους δήμους της Αττικής.

ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Διοξίνες, βαρέα μέταλλα και αρωματικοί υδρογονάνθρακες είναι τα σημαντικότερα αποτελέσματα της ανεξέλεγκτης αποθήκευσης των τοξικών αποβλήτων. «Όλα τα υλικά που περιέχουν χλώριο και αυτά είναι, εκτός από το PVC – υλικό που κατά κόρον χρησιμοποιείται στις πλαστικές συσκευασίες – ακόμη και το λευκό χαρτί, όταν καίγονται παράγουν διοξίνες. H παρουσία τους συνδυάζεται με διαταραχές στο ορμονικό σύστημα, σοβαρές επιπλοκές στο σύστημα αναπαραγωγής και καρκινογενέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα τρισεκατομμυριοστό του γραμμαρίου διοξίνης αρκεί για να προκαλέσει καρκίνο στον ανθρώπινο οργανισμό» τονίζει ο περιβαλλοντολόγος Θανάσης Κλεισούρας.

Την ανησυχία των επιστημόνων μεγαλώνουν τα αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου για μεταφορά των διοξινών στο πιάτο μας από προϊόντα που καλλιεργούνται κοντά σε χωματερές όπου συνήθως καταλήγουν τα περισσότερα τοξικά απόβλητα.

Ταυτόχρονα πολύ υψηλές είναι οι τιμές των πολυκυκλικών και αρωματικών υδρογονανθράκων που μετρήθηκαν στους χώρους αποθήκευσης αυτών. H συγκέντρωσή τους είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, γιατί σε αρκετές περιπτώσεις οι μετρήσεις έδειξαν έως και δεκαπλάσια συγκέντρωση πάνω από το κανονικό ενώ σειρά επιστημονικών μελετών έχουν αποδείξει ότι μπορούν και παραμένουν στην ατμόσφαιρα έως και 20 χρόνια, ενώ ευθύνονται για καρκινογενέσεις.

Το τρίτο στοιχείο με το οποίο συνδυάζεται η ανεξέλεγκτη αποθήκευση των τοξικών είναι η ανίχνευση βαρέων μετάλλων. Χαλκός, νικέλιο, υδράργυρος, κάδμιο, είναι ορισμένα από αυτά που βαρύνουν ιδιαίτερα την ατμόσφαιρα.

«Από τη στιγμή που η καταστροφή τους δεν ακολουθεί τις ενδεδειγμένες επιστημονικές προτάσεις έχουμε δύο δεδομένα: Μόλυνση του εδάφους και του υδροφόρου ορίζοντα καθώς και διατάραξη της τροφικής αλυσίδας» επισημαίνει ο κ. Κλεισούρας.

270 τόνοι αποβλήτων κάθε χρόνο

Υπολογίζεται ότι κάθε έτος παράγονται περίπου 272.000 τόνοι επικίνδυνων αποβλήτων, τα περισσότερα (περί τους 136.000 τόνους) από τις βιομηχανίες.

Το μεγαλύτερο μέρος των επικίνδυνων αποβλήτων που παράγεται στη χώρα μας είναι χημικά (χρησιμοποιημένα έλαια, απόβλητα χημικών ουσιών, 53,8%) και ανόργανα (λ.χ. υπολείμματα καύσης, 38,8%). Αξιοσημείωτο είναι ότι η Πολιτεία δεν γνωρίζει πού καταλήγει το 33% των βιομηχανικών αποβλήτων, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό αυτών (17%) αποθηκεύεται (άγνωστο για πόσο).

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, οι μεγαλύτερες ποσότητες, της τάξεως των 6.782 τόνων, παράγονται στην Περιφέρεια Αττικής και αποτελούν το 42% της συνολικής παραγωγής στη χώρα. Ακολουθεί η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (2.966 τόνοι), ήτοι 18% επί του συνόλου. Κάπως καλύτερη είναι η κατάσταση στις ειδικές κατηγορίες αποβλήτων (έλαια, οχήματα, συσσωρευτές κ.λπ.) για τα οποία έχουν από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας δημιουργηθεί ειδικά «ρεύματα», δηλαδή φορείς υπό τους οποίους οργανώνονται οι εταιρείες συλλογής και διαχείρισης.

Βασικά ζητήματα

Αυτή είναι η γενική εικόνα. Ποια είναι όμως τα βασικά ζητήματα στη διαχείριση; Εκτός από τη «μακρά αποθήκευση» (η οποία είναι από ετών παράνομη ως πρακτική) αποβλήτων στους χώρους των βιομηχανιών, υπό άγνωστες συνθήκες ασφάλειας, «αγκάθι» παραμένει η δημιουργία των απαραίτητων υποδομών: είτε των μονάδων επεξεργασίας και διαχείρισης, ή των χώρων τελικής διάθεσης (ΧΥΤΕΑ). Στην πρώτη περίπτωση, η Πολιτεία δεν έχει καταφέρει να πείσει τον ιδιωτικό τομέα για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων (αν και χώρες όπως η Γερμανία έχουν χτίσει ολόκληρη «βιομηχανία» στην ασφαλή διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων). Χαρακτηριστικό είναι ότι στις προσκλήσεις που κατά καιρούς έχει κάνει το υπουργείο Περιβάλλοντος (για συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα) η ανταπόκριση ήταν ελάχιστη και, μετά το ξεκίνημα της κρίσης, ακόμα και οι λιγοστές προτάσεις που είχαν κατατεθεί αποσύρθηκαν.

Προκατάληψη

Στις υποδομές, το κύριο πρόβλημα είναι η προκατάληψη. Όσες φορές στο παρελθόν η Πολιτεία έχει αποπειραθεί να χωροθετήσει έναν ΧΥΤΕΑ, η υπόθεση είχε άδοξο τέλος. Οι τοπικές κοινωνίες αντιδρούν έντονα σε κάθε πρόταση, μη γνωρίζοντας πώς και με ποιον τρόπο θα αποφευχθεί η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας και η επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης.

Ύστερα λοιπόν από έτη αδράνειας και ανικανότητας της Πολιτείας, συνεχώς ανακοινώνονται οι επιβολές ευρωπροστίμου: 10 εκατομμύρια ευρώ εφάπαξ και 30.000 ευρώ για κάθε ημέρα που περνά άπρακτη, το οποίο θα μειωθεί ελαφρά με τη θέσπιση του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Επικίνδυνων Αποβλήτων.

Τα εκάστοτε υπουργεία προσπαθούσαν να οργανώσουν κάπως την κατάσταση. Έδιναν συγκεκριμένες προθεσμίες στις βιομηχανίες με «προσωρινά» αποθηκευμένα απόβλητα, προκειμένου να τα διαχειριστούν και να υποχρεωθούν εντός ολίγων μηνών να καταρτίσουν και να επιβάλουν προγράμματα συμμόρφωσης για τη διαχείριση και απομάκρυνσή τους. Ενώ η αποκατάσταση των χώρων θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί, οι εταιρείες δεν έσπευδαν να δηλώσουν ότι έχει μερικές δεκάδες χιλιάδες τοξικά θαμμένα σε βαρέλια στην αυλή τους.

Άλλωστε οι μηχανισμοί ελέγχου (Επιθεωρητές Περιβάλλοντος και ελεγκτές των Περιφερειών) είναι τόσο αποδυναμωμένοι, που ο παραβάτης ενδέχεται να κινδυνεύει μόνο στο ενδεχόμενο καταγγελίας…

Αδράνεια και αναποφασιστικότητα ετών

Πώς βρεθήκαμε σε αυτό το σημείο; Δυστυχώς η Πολιτεία δεν έδειξε ποτέ την απαραίτητη αποφασιστικότητα και στην καλύτερη περίπτωση… η μια μελέτη διαδεχόταν την επόμενη. Ο σχεδιασμός όμως θα μπορούσε να υπήρχε εδώ και μια εικοσαετία. Οι δύο πρώτες μελέτες για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων στη χώρα μας ανατέθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, κατ’ εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.

Στόχος ήταν το 2000 να λειτουργούν δύο κέντρα επεξεργασίας (με χώρους υγειονομικής ταφής), ένα στη Βόρεια Ελλάδα (Θεσσαλονίκη) και ένα στη Νότια (Αττικοβοιωτία). Οι μελέτες ολοκληρώθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’90 και το κράτος ανέλαβε την υποχρέωση να υλοποιήσει τις απαραίτητες επενδύσεις σε διάστημα 60 μηνών, με χρηματοδότηση από το Β΄ ΚΠΣ (1994-1999). Λίγο αργότερα, ζήτησε από την Ε.Ε. την πρώτη –εξαετή– παράταση και η χρηματοδότηση μετακινήθηκε στο Γ΄ ΚΠΣ (2000-2006). Όταν το 2004 άλλαξε η κυβέρνηση, το σχέδιο δεν είχε προχωρήσει στο ελάχιστο και έτσι μετακινήθηκε στο ΕΣΠΑ (2007-2013). Όταν το 2009 άρχισε η διαδοχή των κυβερνήσεων, η υπόθεση εξακολουθούσε να βρίσκεται στο σημείο μηδέν. Το σημερινό Εθνικό Σχέδιο προβλέπει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική, ωστόσο το πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη προϋποθέτει τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, κάτι που υπό τις παρούσες συνθήκες δεν είναι εύκολο να συμβεί.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΚΟΕ