ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 643 / ΑΘΗΝΑ, 13-09-2022
Τα χημικά λιπάσματα θεωρούνται “ο υπ΄ αριθμόν ένα” επικίνδυνοι ρυπαντές και ακολουθούν τα φυτοφάρμακα.
Τα χημικά λιπάσματα παράγονται σε ένα μεγάλο ποσοστό περίπου 75% στη Ρωσία και στη Κίνα.
Τα φυτοφάρμακα επίσης εδώ και 50 χρόνια με την τοξικότητά τους και τη καρκινογόνο δράση τους, έχουν δημιουργήσει παγκόσμια προβλήματα στις καλλιέργειες και στην υγεία των ανθρώπων.
Η Monsanto και η Bayer αποτελούν βασικές πηγές παραγωγής φυτοφαρμάκων με την ολοένα αυξανόμενη δήθεν επισιτιστική κρίση.
Επιτέλους η επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ασχολείται με την ασφάλεια και την υγιεινή των τροφίμων τον περασμένο Ιούνιο πραγματοποίησε ένα μεγάλο άλμα προσδιορίζοντας ότι πρέπει τα φυτοφάρμακα να ελαττωθούν κατά 50% της ήδη υφιστάμενης παραγωγής.
Δυστυχώς πάρα πολλοί ευρωβουλευτές μεταξύ αυτών και Έλληνες χαρακτήρισαν τη πρόταση αυτή απαράδεκτη και αντέδρασαν στις προτάσεις της επιτροπής.
Το ΠΑΚΟΕ εδώ και 40 χρόνια είναι πρωτοστάτης στους αγώνες ενάντια στη κατάχρηση φυτοφαρμάκων και τεχνητών λιπασμάτων στην αγροτική παραγωγή.
Χαρακτηριστικό δείγμα της δράσης αυτής του ΠΑΚΟΕ αποτελεί πριν από 20 χρόνια ο αγώνας του κατά ενός τοξικότατου φυτοφαρμάκου του «ΤΕΜΙΚ» που ήταν βασικό φυτοφάρμακο για τη καλλιέργεια της πατάτας. Ωστόσο πολλές άλλες δράσεις του ΠΑΚΟΕ για το τεράστιο πρόβλημα των φυτοφαρμάκων ακολούθησαν μέχρι σήμερα.
Το ΠΑΚΟΕ είναι κάθετο στη χρήση οποιουδήποτε αποδεδειγμένα φυτοφαρμάκου και λιπάσματος και πιστεύει ότι πρέπει να κατευθυνθεί η πολιτική της όποιας Ελληνικής κυβέρνησης στην ευρύτερη καλλιέργεια βιολογικών προϊόντων.
Στη συνέχεια παραθέτουμε συζητήσεις που έγιναν στην Ευρωπαϊκή επιτροπή τον Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο για το θέμα αυτό.
Μιλώντας κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της επιτροπής γεωργίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την Τετάρτη 31 Αυγούστου. Ο Andrew Owen-Griffiths από τη ΓΔ SANTE της Επιτροπής , δέχθηκε καταιγισμό επικρίσεων από ευρωβουλευτές που δεν πείστηκαν από τη παρουσίαση της εκτίμησης επιπτώσεων του προτεινόμενου κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βιώσιμη χρήση των φυτοφαρμάκων (SUR).
Ομοίως ο συντηρητικός νομοθέτης Herbert Darfman παραπονέθηκε ότι «δεν άκουγε τίποτα για το ότι κάποιος έχει ερευνήσει ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην αγροτική παραγωγή»
Παράλληλα η φιλελεύθερη ευρωβουλευτής Ulrike Muller ρώτησε πόσο μεγάλη θα ήταν η αναμενόμενη μείωση της απόδοσης μετά από μία μείωση 50%. «Τί αντίκτυπο θα είχε αυτό στους καταναλωτές:;»διερωτήθηκε.
Η μη ανάληψη δράσης δεν αποτελεί επιλογή
ΟΟWEN Griffithw τόνισε ότι η αξιολόγηση είχε διεξαχθεί πρίν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. «Προφανώς τώρα βρισκόμαστε σε διαφορετική κατάσταση». Πρόσθεσε, ενώ υποσχέθηκε ότι η Επιτροπή θα κάνει ότι μπορεί για να «αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ζητήματα» σχετικά με τον εφοδιασμό τροφίμων.
Παράλληλα τόνισε ότι ακόμη και με φόντο το πόλεμο, δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί μείωση των φυτοφαρμάκων.
«Νομίζω ότι το σημείο εκκίνησης της συζήτησης είναι ότι δεν έχουμε τη πολυτέλεια να μην δράσουμε» δήλωσε ο Owen-Griffiths, ενώ παρέπεμψε σε διάφορες εκθέσεις μεταξύ των οποίων και μία που δημοσιεύθηκε νωρίτερα φέτος από τον ΟΟΣΑ, η οποία προειδοποιούσε ότι «η χαλάρωση των περιβαλλοντικών περιορισμών για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής μπορεί να έρθει με κόστος τη μείωση της βιωσιμότητας».
Αυτό απηχούσε προηγούμενα επιχειρήματα της Επιτρόπου Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων Στέλλας Κυριακίδου, η οποία δήλωσε ότι οι ανησυχίες γύρω από την ασφάλεια των τροφίμων υπό το φως του πολέμου είναι «βάσιμες», αλλά «δεν καθιστούν λιγότερο επείγουσα τη δράση για τα φυτοφάρμακα». Τη θέση αυτή συμμερίστηκαν οι πράσινοι ευρωβουλευτές, οι οποίοι επίσης υπερασπίστηκαν την επιτροπή έναντι της κριτικής.
«Χαιρετίζω την παρουσίαση» δήλωσε ο βουλευτής των πράσινων Martin Hausling, ενώ κατηγόρησε τους επικριτές ότι «ζωγραφίζουν όποιον θέλει να προστατεύσει το περιβάλλον τον ενσαρκωμένο διάβολο» Τόνισε επίσης ότι η μείωση των φυτοφαρμάκων είναι απαραίτητη για τη προστασία της βιοποικιλότητας, με την απώλεια της βιοποικιλότητας να είναι ένα από τα «κύρια προβλήματα που έχουμε». Ωστόσο αρκετοί εκπρόσωποι των ενδιαφερομένων φορέων επέκριναν επίσης τη παρουσίαση της Επιτροπής ότι άφηνε κενά «Η χάραξη πολιτικής της ΕΕ θα πρέπει να βασίζεται στην επιστήμη και τα στοιχεία», ανέφερε στο Twitter η οργάνωση της βιομηχανίας καλλιεργειών Croplife Europe, ενώ επικαλέστηκε το σχόλιο του Dorfman σχετικά με την έλλειψη πληροφοριών για τις επιπτώσεις στη παραγωγή. Εν τω μεταξύ η Γερμανική Ένωση Αγροτών κατηγόρησε τη Κομισιόν ότι προσπαθεί να «αποφύγει μία συζήτηση με βάση τα πραγματικά γεγονότα γύρω από τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα».
ΑΠΟ ΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΚΟΕ