ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 441/ 25/10/2020

To ΠΑΚΟΕ εδώ και 41 χρόνια που πραγματοποιεί έρευνες για την θάλασσια ρύπανση – μόλυνση διαπιστώνει την ραγδαία αύξηση των μεδουσών τα τελευταία 10 χρόνια.

Η ρύπανση από χερσαίες πηγές και η μόλυνση από τα αστικά λύματα δημιουργούν ιδεατές συνθήκες για την ραγδαία αύξηση των μεδουσών.

Υπάρχει άμεση ανάγκη να καθαριστούν οι θάλασσες μας και να λειτουργήσουν σωστά οι βιολογικοί καθαρισμοί και να ελέγχονται συχνά οι εκβολές των βιολογικών καθαρισμών και των βιομηχανικών αποβλήτων.

Τα τελευταία τρία χρόνια η εξάπλωση των μεδουσών στις ελληνικές θάλασσες έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις. Σύμφωνα με τον χάρτη για τους πληθυσμούς μεδουσών που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το Ελληνικό Παρατηρητήριο Βιοποικιλότητας, το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στον Κορινθιακό κόλπο με τις Pelagia noctiluca ενώ πρωτοφανής είναι και η αύξηση των Chrysaora hysoscella στον νότιο Ευβοϊκό και στον Σαρωνικό. «Στην Ελλάδα έχουμε δεκαεπτά είδη μέδουσας», εξηγεί, μιλώντας στο ΠΑΚΟΕ η διευθύντρια έρευνας του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Έρευνας Αρχιπέλαγος, Αναστασία Μήλιου. «Αν και μπορούν να κολυμπήσουν σε μικρή ακτίνα, οι μέδουσες μετακινούνται κατά κύριο λόγο με τα θαλάσσια ρεύματα και έτσι η μεγαλύτερη αύξησή τους καταγράφεται στις κλειστές θάλασσες, όπου τα ρεύματα είναι μειωμένα ή κυκλικά. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που οι ακτές της νότιας και της ανατολικής Αττικής δεν αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα, χάρη στην «ανοικτή θάλασσα μπροστά τους» παρατηρεί η κ. Μήλιου. Όπως μας εξηγεί η βασικότερη αιτία για τον υπερπληθυσμό των μεδουσών είναι η ανεξέλεγκτη υπεραλίευση των φυσικών θηρευτών τους, όπως είναι τα μεγάλα ψάρια που τρώνε τις μέδουσες ελέγχοντας τον αριθμό τους. Εξίσου εγκληματικός όμως είναι και ο «πόλεμος» που ορισμένοι ψαράδες έχουν κηρύξει στις χελώνες, τις οποίες σκοτώνουν για να μην τους καταστρέφουν τα δίχτυα. Μόνο μέσα στο 2020, περίπου 600 χελώνες σκοτώθηκαν από ψαράδες. Για τις χελώνες αυτές οι μέδουσες αποτελούν λιχουδιά και στην απουσία τους οι μέδουσες πολλαπλασιάζονται. Απολαμβάνοντας τα σχεδόν ακίνδυνα, πλέον, για αυτές νερά, οι αμέτρητες μέδουσες τρέφονται με ζωοπλαγκτόν και μικρά ψάρια (γόνους), καταστρέφοντας με τη σειρά τους ένα σημαντικό μέρος της τροφικής αλυσίδας. «Αν δεν αντιμετωπίσουμε τις αιτίες οι μέδουσες θα εξαπλωθούν. Η κατάσταση επιδεινώνεται στον Κορινθιακό και τον Πατραϊκό, με τα θαλάσσια φράγματα και τα δίχτυα αντιμετωπίζεται αποκλειστικά το σύμπτωμα και όχι η αιτία». λέει η κυρία Μήλιου. Εκτός από την υπεραλίευση, η κατάσταση επιδεινώνεται και από τα γεωργικά, τα αστικά και τα βιομηχανικά λύματα που καταλήγουν στις θάλασσες οδηγώντας σε ευτροφισμό και ανισορροπία του οικοσυστήματος, την οποία εκμεταλλεύονται οι μέδουσες. «Οι μέδουσες δεν ξύπνησαν μια μέρα και είπαν “θα πολλαπλασιαστούμε”. Είναι μια φυσική αντίδραση στη δική μας δραστηριότητα, το αποτέλεσμα των δικών μας παρεμβάσεων. Σε κάθε βροχή, τόνοι σκουπιδιών καταλήγουν στη θάλασσα, τα ψάρια τα τρώνε και πεθαίνουν. Υπάρχει διεθνής εμπειρία και γνώση, δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό» σημειώνει η κ. Μήλιου. Το φαινόμενο παρουσιάζεται κατά περιόδους οκτώ έως δέκα ετών, με την έξαρσή του να διαρκεί περίπου τρία χρόνια. Οι υφιστάμενοι μηχανισμοί ελέγχου για την υπεραλίευση δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα το ψάρεμα σε απαγορευτικές ποσότητες. Όμως η κυρία Μήλιου εκφράζει τον φόβο της ότι το πρόβλημα τα ενταθεί και θα παρουσιαστεί σε ακόμα περισσότερες θάλασσες. «Τα οικοσυστήματα δεν επανέρχονται ως διά μαγείας και χρειάζεται χρόνος για να αντιδράσουν», τονίζει η θαλάσσια βιολόγος που δεν αφήνει ασχολίαστο ούτε το εμπόδιο της γραφειοκρατίας.   «Οι κρατικές αρχές λένε ότι δεν έχουν δεδομένα. Συνήθως χρειάζονται έξι μήνες για να εκταμιευθούν τα χρήματα».   Αλλά ακόμα και όταν τα εμπόδια ξεπερνιούνται, παραμένει το ζήτημα των προτεραιοτήτων, όπως εξηγεί η κα Μήλιου, φέρνοντας ως παράδειγμα τους δήμους που βρέχονται από τον κορινθιακό κόλπο καθώς «καλή είναι η επένδυση στα δίχτυα» αλλά ακόμα πιο σημαντικός είναι ο περιορισμός των σκουπιδιών που σκοτώνουν τους φυσικούς θηρευτές των μεδουσών.   «Σε κάθε βροχή, τόνοι σκουπιδιών καταλήγουν στη θάλασσα, τα ψάρια τα τρώνε και πεθαίνουν. Υπάρχει διεθνής εμπειρία και γνώση, δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό» προσθέτει.  Όπως λέει η διευθύντρια ερευνών του Αρχιπελάγους, η θάλασσα έχει μηχανισμούς αυτορύθμισης του οικοσυστήματος και αν τεθεί ως προτεραιότητα η διαχείριση των θαλασσών μας θα κλείσουν πολλά ανθρωπογενή κενά στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Το Παρατηρητήριο Πολιτών του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος συμβάλλει στις καταγραφές των πληθυσμιακών εξάρσεων μεδουσών – αποδεικνύοντας άλλη μία φορά ότι η επιστήμη των πολιτών αποτελεί μια ανεκτίμητη πηγή πληροφοριών για τη βιοποικιλότητα αλλά και για τις απειλές που αντιμετωπίζουν οι θάλασσες μας. Όλοι μαζί μπορούμε και οφείλουμε να συνεργαζόμαστε και να ανταλλάζουμε πληροφορίες έτσι ώστε να μπορέσουμε να κατανοήσουμε αλλά και να επιβιώσουμε στις θάλασσές μας που αλλάζουν. Από την άνοιξη έως και σήμερα παρατηρούνται πληθυσμιακές εξάρσεις μεδουσών σε διάφορες περιοχές των ελληνικών θαλασσών, κυρίως σε θάλασσες όπου υπάρχει χαμηλός ρυθμός ανανέωσης των νερών, σε συνδυασμό με την έντονη ανθρωπογενή υποβάθμιση. Αυτές οι εξάρσεις είναι αθροιστικό αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, με βασικό την υπεραλίευση και τη συστηματική και εντατική αλιεία μεγάλων ψαριών θηρευτών κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί «οικολογικός χώρος» στα οικοσυστήματα που επιτρέπει στις μέδουσες να ευδοκιμούν. Εξίσου σημαντική όμως είναι και η γενικότερη επίδραση που προκαλεί η ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως οι απορροές από τις εντατικές καλλιέργειες, οι απορροές των πόλεων, αλλά και τα λύματα από τις τουριστικές περιοχές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι καθώς εκατομμύρια Έλληνες και επισκέπτες, μετακινούνται ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες στις παράκτιες περιοχές η παρουσία τους προκαλεί ένα ιδιαίτερα έντονο αποτύπωμα στις θάλασσές μας. «Μέσω της δράσης αυτής, συγκεντρώνουμε μέσω των ερευνητών μας αλλά και από το κοινό, στοιχεία σχετικά με τις εξάρσεις μεδουσών σε όλη τη Μεσόγειο. Στόχος μας είναι να αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα των πληθυσμιακών εξάρσεων των μεδουσών, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η δράση αυτή πραγματοποιείται χάρη στη συμβολή των τοπικών κοινωνιών, των ψαράδων, ιστιοπλόων, δυτών, κολυμβητών, επισκεπτών και όλων όσοι παρατηρούν τις θάλασσες μας με ενδιαφέρον, και στηρίζουν με τις παρατηρήσεις τους αυτή τη σημαντική πρωτοβουλία. Η συμβολή όλων των συμπολιτών μας στην καταγραφή των εξάρσεων που τυχόν παρατηρούν αποτελεί ανεκτίμητη βοήθεια» καταλήγει η κυρία Μήλιου.