«Υπάρχουν δυο ασύμβατες πολιτικές «επιστήμες». Η οικονομική επιστήμη με σκοπό την κερδοσκοπία που διογκώνει τη φτώχεια και τις ανισότητες. Και η πολιτική επιστήμη με σκοπό την αντιμετώπιση της φτώχειας που μειώνει τη κερδοσκοπία».
Οι αρχαίοι ηγεμόνες και αυτοκράτορες για επιβάλουν με κύρος τις επιλογές και αποφάσεις τους τις παρουσίαζαν ως εντολές των θεών. Ο Οδυσσέας μιλούσε με την Αθηνά η οποία συμμετείχε στο δόλο για την κατάκτηση της Τροίας. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είδε το θεϊκό όραμα «εν τούτω Νίκα» ενώ άλλοι ιδίως Ρωμαίοι Αυτοκράτορες έγιναν οι ίδιοι θεοί. O πρώτος Ρωμαίος που αποθεώθηκε επισήμως μετά το θάνατο του από τη Σύγκλητο στη Ρώμη, ήταν ο Ιούλιος Καίσαρ. Ακολούθησε Οκταβιανός Αύγουστος το 27 π.Χ. ο οποίος ζήτησε και έλαβε τον τίτλο του «Augustus-Αυγούστου (Σεβαστού)» και «Princeps». Τίτλος θρησκευτικού χαρακτήρα. Οι άοπλοι προφήτες που αμφισβητούσαν τους Αυτοκράτορες και ηγεμόνες και χάλαγαν τη συνταγή το πλήρωναν με το κεφάλι τους.
Οι ηγεμονίες της νεωτερικότητας οι οποίες συμπίπτουν με τη βιομηχανική εποχή, προσφέρουν κύρος στις επιλογές με την αυθεντία της πολιτικής και της οικονομικής επιστήμης. Έτσι, οι αρχαίοι έπαιρναν χρησμούς από τα μαντεία με διασημότερο εκείνο των Δελφών, ενώ οι σύγχρονοι παίρνουν χρησμούς από το ιερατείο χρηματιστών και κερδοσκόπων, πολυεθνικών εταιρειών και οίκων αξιολόγησης. Τα κράτη πρέπει να συμμορφώνονται με αυτές τις επιταγές. Με αυτό τον τρόπο προκύπτει το πρωτείο της οικονομίας που υποτίθεται είναι ουδέτερη επιστήμη από την πολιτική.
Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για επινόηση και έμμεση επιστημονικοποίηση της ιδεολογίας της αγοράς ώστε να αντιμετωπίζεται και να απορροφάται κάθε αμφισβήτηση για τις ανισότητες που προκαλεί.
Η χρησιμοποίηση βέβαια, διαφόρων επιστημονικών μεθοδολογικών εργαλείων όπως των μαθηματικών και της στατιστικής, δεν κάνει επιστημονικές τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων υποδομών, τις κατασκευαστικές φούσκες, τα τοξικά ομόλογα και την εκχώρηση του εκδοτικού προνομίου χρήματος σε ιδιωτικές τράπεζες. Αυτά είναι καθαρά ιδεολογικές επιλογές που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας. Ο κρατικός καπιταλισμός είναι η άλλη πλευρά του λόφου που εξυπηρετεί πρώτα και κύρια τους προνομιούχους της κρατικής γραφειοκρατίας .
Έτσι ιστορικά οι φιλελεύθεροι επιστημονικοποίησαν την ιδεολογία τους έμμεσα με τη νεοκλασική θεωρία της οικονομίας της αγοράς και οι αριστεροί με τον λεγόμενο «επιστημονικό σοσιαλισμό» που στην ουσία αποδείχθηκε στη πράξη κρατικός καπιταλισμός. Και στις δύο περιπτώσεις καλλιεργείται μια φενάκη επιστημονικότητας που εξυπηρετεί τις ηγεμονικές και πολιτικές ελίτ.
Αυτό είναι ένα άλλο μυστικό της ανθεκτικότητας του καπιταλισμού που μέσω της επιστημονικής ιδεολογίας και της αυθεντίας των οικονομολόγων εξασφαλίζει την απαραίτητη συναίνεση από τις μάζες. Ο σκοπός λοιπόν αγιάζει τα μέσα.
Οι λαοί μπορούν να αντιληφθούν κάτι από όλο αυτό το σκηνικό μόνον όταν έχουμε κρίση και γκρεμίζονται τα είδωλα της αυθεντίας της οικονομικής επιστήμης όπως έγινε στο μεγάλο κράχ του 1929 και την μεγάλη ύφεση του 2007-8. Και βέβαια η κρίση γίνεται ακόμη πιο κατανοητή μέσα από χρεοκοπίες και την εκρηκτική ανεργία που οδεύουμε σήμερα.
Σε ήρεμους καιρούς υπάρχει το περίπλοκο και σαγηνευτικό αφήγημα της ανάπτυξης της ιδιωτικοποίησης και του καταναλωτισμού. Πολλά λαμπερά πνεύματα έχουν δουλέψει γι΄αυτό τους δυο-τρεις τελευταίους αιώνες. Μερικοί ακόμη και άθελά τους συνέβαλαν στο κτίσιμο αυτής της αφήγησης. Ο συγκεντρωτισμός της 1ης και 2ης βιομηχανικής επανάστασης, ο συγκεντρωτισμός της ενέργειας της παραγωγής και των μεταφορών συνέβαλε σ΄αυτό το αφήγημα.
Οι νεοκλασικοί από νωρίς διαχώρισαν την πολιτική από την οικονομία έδωσαν το πρωτείο στην οικονομία και την ονόμασαν μακροοικονομία ως αυτόνομη επιστήμη. ¨Έτσι εξηγείται γιατί οι πολιτικοί ακολουθούν τις οικονομικές ντιρεκτίβες του καπιταλισμού και δεν καθοδηγούν οι ίδιοι ως όφειλαν δημοκρατικά τις πολιτικές εξελίξεις. Δημοκρατία και Καπιταλισμός είναι ασύμβατες έννοιες έχε πει ο Θέροου στο βιβλίο του «το μέλλον του καπιταλισμού». Η δημοκρατία επιδιώκει την ισότητα των πολιτών και ο καπιταλισμός την μέγιστη ανισότητα προς όφελος του Κεφαλαίου. Ωστόσο ο ίδιος όπως και άλλοι Αμερικανοί διανοούμενοι όπως ο Στίγκλιτς δεν προτείνουν κάτι άλλο από ένα βιώσιμο συμβιβασμό δημοκρατίας και καπιταλισμού.
Σήμερα, τα περισσότερα πανεπιστήμια πολιτικής και οικονομίας είναι ταγμένα σε αυτό το σκοπό πολιτικής ορθότητας. Οι προνομιούχες αμοιβές και η ανέλιξή τους συνδυάζεται με την υποταγή τους στην πολιτική των ελίτ και την ιδεολογία τους, που τελικά δεν είναι κάτι άλλο από επιστήμη της κερδοσκοπίας. Η κεφαλαιοκρατία έχει να κάνει με τις τράπεζες τα μονοπώλια τις πολυεθνικές εταιρείες και την ιδιωτικοποίηση των μεγάλων δημόσιων υποδομών. Αυτή την πολιτική υπηρετεί και θέλει να δικαιολογήσει η νεοκλασική σχολή οικονομολόγων.
Η οικονομία όμως δεν μπορεί να αναπτυχθεί δίχως κοινωνική συνοχή , δημόσιες υποδομές παιδείας , υγείας και πολιτική για την απασχόληση. Υπάρχει ένα όριο στις κοινωνικές ανισότητες που από εκεί και πέρα γίνονται εκρηκτικές αν δεν υπάρξει συμβιβασμός. Μια άλλη σχολή οικονομολόγων οι κεϊνσυανοί και οι νεοκεϊνσυανοί το αντιμετώπισαν το πρόβλημα με «ιστορικό συμβιβασμό» τον κρατικό παρεμβατισμό και το κοινωνικό κράτος που υπήρξε από τον μετά 2ο παγκόσμιο πόλεμο μέχρι τη δεκαετία του 70.
Αντιθέτως, το αντικείμενο της επιστήμης των νεοκλασικών περιορίζεται στην ανάπτυξη και την κερδοσκοπία. Το κέρδος είναι η κινητήρια δύναμη και άνευ τούτου ουδέν. Οι ανισότητες και η φτώχεια θα αντιμετωπιστούν μέσα από την ανάπτυξη. Το δίκαιο του ισχυρού και η αριστεία είναι ζήτημα φυσικής επιλογής. Κάποιοι δηλαδή είναι γεννημένοι να ζήσουν ως πλούσιοι και κάποιοι γεννημένοι να ζήσουν φτωχοί.
Ένας παρόμοιος ισχυρισμός υπήρχε και στην αρχαιότητα για τους δούλους που βέβαια ιστορικά έχει καταρριφθεί από την ίδια την ιστορία και την εξέλιξη του πολιτισμού. Ας σημειώσουμε ότι επιστημονικότητα της κερδοσκοπίας και της αγοράς Κεφαλαίου δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τη λαϊκή αγορά και τις μικρές επιχειρήσεις οι οποίες σήμερα ασφυκτιούν από την κρίση. Ολόκληροι κλάδοι επιχειρήσεων σήμερα εκλείπουν η περιορίζονται δραστικά όπως πρόσφατα η βιομηχανία των μέσων επικοινωνίας και η μουσική βιομηχανία. Σε 15-20 χρόνια αναμένεται να περιοριστεί κατά το ήμισυ και η κερδοσκοπία από τα ορυκτά καύσιμα από τη σχεδόν δωρεάν ηλιακή ενέργεια που επέρχεται. Με αυτό τον τρόπο κομμάτια της κερδοσκοπίας και του καπιταλισμού θα περάσουν σε ένα είδος απόσυρσης και ευθανασίας. Γιατί αυτά τα νέα δεδομένα δεν απασχολούν τους τεχνοκράτες.
Η εξήγηση είναι ότι η θεωρία που αυθαίρετα ονομάζεται οικονομική επιστήμη είναι μια θεωρία που κατασκευάστηκε και οπλίστηκε με νόμους και ανάλογους θεσμούς εξυπηρέτησης των ελίτ και της ιδιοκτησίας. Πέραν των άλλων και της πνευματικής ιδιοκτησίας ακόμη και όταν πρόκειται για την διανοητική κληρονομιά της ανθρωπότητας. Χωρίς τους νόμους και τους μηχανισμούς εν τέλει που είναι πολιτικές αποφάσεις το αφήγημα της ιδιωτικότητας δεν θα είχε τέτοια ισχύ. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα δόγμα πίστης.
Μ΄αυτό τον τρόπο όμως κρατούν αποκομμένους τους λαούς από την και επιβάλλουν την οικονομική εξουσία και ολιγαρχία των ελίτ. Από άλλη σκοπιά οι λαοί όταν αμφισβητούν ο εύκολος τρόπος είναι να συσπειρωθούν πίσω από ένα λαϊκιστή ηγέτη και ο δύσκολος να αυτοργανωθούν σε κινήματα και να προωθήσουν τη συμμετοχική δημοκρατία. Για αυτό πολλές φορές τα πράγματα είναι χειρότερα με τους λαϊκιστές.
Έτσι χωρίς ουσιαστικό ιδεολογικό αντίπαλο τα τελευταία 30 χρόνια το νεοφιλελεύθερο παραδειγματικό μοντέλο της οικονομίας ήταν δύσκολο ν΄αμφισβητηθεί.
Τώρα και ιδιαίτερα μετά την κρίση του κορωνοϊού προβάλει ως ανταγωνιστής η Κίνα, με μια μορφή κρατικού καπιταλισμού επικεντρωμένου στην πραγματική οικονομία, με το πρωτείο στην πολιτική, στο δημόσιο τομέα, δίνοντας ένα μεγάλο κομμάτι στην αγορά αλλά και στο συνεταιριστικό τομέα. Αυτό το παραδειγματικό μοντέλο δεν είναι βέβαια «επιστημονικός σοσιαλισμός» της μαοϊκής εποχής αλλά είναι σίγουρα ως φαίνεται ανθεκτικότερο από τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Σε κάθε περίπτωση είναι μια πρώιμη αμφισβήτηση της επιστημονικότητας της νεοκλασικής θεωρίας στην πράξη.
Έτσι από τις εξελίξεις θα κατανοήσουμε καλύτερα ότι αυθεντία της πολιτικής και οικονομικής επιστήμης είναι τόσο αυθεντική όσο οι αρχαίοι ηγεμόνες με και αυτοκράτορες συνομιλούσαν με τους θεούς.
Πανελλήνιο Παρατηρητήριο των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών